"Η ελεύθερη ψυχή είναι σπάνια, αλλά όταν τη συναντήσεις την αναγνωρίζεις. Κι αυτό, γιατί αισθάνεται όμορφα, πολύ όμορφα όταν είσαι κοντά της ή μαζί της"
C.B

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2021

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ/ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ_ for people in love/David Bowie - Lady Grinning Soul




Λίγα λόγια για τη μέρα του Αγίου Βαλεντίνου

Φαίνεται πως το μόνο άδολο, ειλικρινές και καθαρό πράγμα που μπορεί να καταφύγει κανείς για να τιμήσει τον έρωτα και τη μέρα των ερωτευμένων, είναι η ποίηση. Κι ενώ η αγορά οργιάζει και τα εκατομμύρια σκορπίζονται ασύστολα σε εφήμερα αντικείμενα που συμβολίζουν τα συναισθήματα των δωρητών στους αποδέκτες, η ποίηση, ο μόνος πραγματικός εκφραστής της αγάπης και των μεγάλων αιώνιων συναισθημάτων, η αθάνατη ποίηση παραμένει στα αζήτητα. 

Ειδικά στις τρελές μέρες που ζούμε, όπου από τη μια στιγμή στην άλλη σίγησε η πολύβουη αγορά, η μπαινοβγαίνει στον καταψύκτη, μέρες σιωπηλές και φιμωμένες, μέρες που χάθηκαν οι παλμοί της ζωής και που δεν ξέρεις για πόσο ακόμα αυτή η κλινικά νεκρή κοινωνία θα αναπνέει, θα πεθάνει; θα ανακάμψει; Η ποίηση στο blog αυτό μεταφέρθηκε στην Ανατολή για να αναπνεύσει σαν τους βιετκόνγκ με καλαμάκι το οξυγόνο της, να εξυμνήσει τον έρωτα, να ιστορήσει τις διαδρομές του μέσα από πόλεμο και ειρήνη, να δονήσει τα κοιμισμένα συναισθήματα, να ζωντανέψει τις μνήμες και να παίξει έναν κυρίαρχο ρόλο στη διάσωση των ευγενικών και τρυφερών ανθρώπινων χορδών, της ευαισθησίας, της φαντασίας, του ονείρου, της αγάπης,  Γιατί, 

"Τα τελευταία χρόνια η εμπορευματοποίηση της γιορτής έχει φθάσει στο κατακόρυφο. Μετά τις κάρτες, τις ηλεκτρονικές κάρτες μέσω ίντερνετ τα λουλούδια και τα σοκολατάκια, σειρά έχει η βιομηχανία των κοσμημάτων να οικειοποιηθεί τη μέρα των ερωτευμένων. Ο Τζίρος του Αγίου Βαλεντίνου μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες ξεπέρασε το 2010 τα δεκαπέντε δισεκατομμύρια δολάρια (άγνωστο πόσο έφτασε τα επόμενα χρόνια ) το ισόποσο του ΑΕΠ της Μπουτσουάνα. 

Η γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου προκαλεί αντδράσεις στο μη χριστιανικό κόσμο. Στην Ινδία οι φανατικοί ινδουιστές και μουσουλμάνοι αντιτίθενται στη γιορτή. Τη θεωρούν πολιτιστικό μίασμα και προϊόν της παγκοσμιοποίησης. Στο Πακιστάν το τοπικό ιλαμικό κόμμα ζητά την καταργησή της καθώς όπως υποστηρίζει αντιβαίνει τον Ισλαμικό Πολιτισμό. Την ίδια,άποψη έχουν και οι συντηρητικοί κύκλοι του θεοκρατικού Ιραν" (sansimera.gr). 


Η Ελλάδα μπορεί να υπερηφανεύεται ακόμα για την διαχρονική σχέση της με την ποίηση και για το γεγονός ότι αποτέλεσε αυτή αφετηρία στην εξάπλωση των τεχνών του γραπτού λόγου, αλλά μπορεί ακόμα να υπερηφανεύεται και για τη συνέχεια του οίστρου της μιας και  μέχρι τις μέρες μας,  ζήσαμε Σεφέρη, Ελύτη, Λειβαδίτη,  Ρίτσο,  Αναγνωστάκη, Καββαδία, Γκάτσο, Χριστιανόπουλο, Πατρίκιο, μια σειρά από σπουδαίους ποιητές με τους ανεξίτιλους θησαυρούς τους, κληρονομιά στα ελληνικά γράμματα και την πορεία της ποίησης.

Η ώρα των ερωτευμένων που θα έπρεπε κάθε μέρα να γιορτάζεται, με κάθε τρόπο να εκφράζεται η ευλογία της, η υπαρξή της και η ευγνωμοσύνη γι' αυτό, έχει καθοριστεί εδώ και αρκετά χρόνια και στην Ελλάδα ως η 14η Φεβρουαρίου. Με αφορμή αυτή τη μέρα, παραθέτω δυο μέρη το 3 και το 4,  από το "μονάγραμμα" του Οδυσσέα Ελύτη. Όλο το έργο αξίζει να μπει εδώ, αλλά το έχουν κάνει ηδη αρκετοί και μπορείτε να το βρείτε. Εστιάζω στην απογείωση του παθιασμένου ερωτικού λόγου που ο ποιητής καταφέρνει να πετύχει μέσα από τα χείλη μιας ερωτευμένης γυναίκας. 


ΙΙΙ

 Έτσι μιλώ γιά σένα καί γιά μένα Επειδή σ’ αγαπώ καί στήν αγάπη ξέρω 

Νά μπαίνω σάν Πανσέληνος Από παντού, 

γιά τό μικρό τό πόδι σού μές στ αχανή σεντόνια 

Νά μαδάω γιασεμιά κι έχω τή δύναμη Αποκοιμισμένη, νά φυσώ νά σέ πηγαίνω 

Μές από φεγγαρά περάσματα καί κρυφές τής θάλασσας στοές 

Υπνωτισμένα δέντρα μέ αράχνες πού ασημίζουμε 

Ακουστά σ’ έχουν τά κύματα Πώς χαιδεύεις, πώς φιλάς Πώς λές ψιθυριστά τό "τί" καί τό "έ" 

Τριγύρω στό λαιμό στόν όρμο Πάντα εμείς τό φώς κι η σκιά 

Πάντα εσύ τ’ αστεράκι καί πάντα εγώ τό σκοτεινό πλεούμενο 

Πάντα εσύ τό λιμάνι κι εγώ τό φανάρι τό δεξιά Τό βρεγμένο μουράγιο καί η λάμψη επάνω στά κουπιά

 Ψηλά στό σπίτι μέ τίς κληματίδες Τά δετά τριαντάφυλλα, καί τό νερό πού κρυώνει 

Πάντα εσύ τό πέτρινο άγαλμα καί πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει 

Τό γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας πού τό ανοίγει εγώ 

Επειδή σ’ αγαπώ καί σ’ αγαπώ 

Πάντα Εσύ τό νόμισμα καί εγώ η λατρεία πού τό Εξαργυρώνει: 

Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στόν άνεμο Τόσο η στάλα στόν αέρα, τόσο η σιγαλιά 

Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική 

Καμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή Πού πιά δέν έχω τίποτε άλλο 

Μές στούς τέσσερις τοίχους, τό ταβάνι, τό πάτωμα Νά φωνάζω από σένα καί νά μέ χτυπά η φωνή μου

 Νά μυρίζω από σένα καί ν’ αγριεύουν οί άνθρωποι Επειδή τό αδοκίμαστο καί τό απ’αλλού φερμένο

 Δέν τ’αντέχουν οί άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν αγάπη μου 

Να μιλώ γιά σένα καί γιά μένα. 



 ΙV. Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν,μ’ ακούς 

Δέν έχουν εξημερωθεί τά τέρατα μ’ ακούς 

Τό χαμένο μου τό αίμα καί τό μυτερό, μ’ ακούς 

Μαχαίρι Σάν κριάρι πού τρέχει μές στούς ουρανούς Καί τών άστρων τούς κλώνους τσακίζει, μ’ ακούς

 Είμ’εγώ, μ’ ακούς Σ’ αγαπώ, μ’ ακούς Σέ κρατώ καί σέ πάω καί σού φορώ Τό λευκό νυφικό τής Οφηλίας, μ’ ακούς 

Πού μ’αφήνεις,πού πάς καί ποιός, μ’ ακούς Σού κρατεί τό χέρι πάνω απ’ τούς κατακλυσμούς

 

Οί πελώριες λιάνες καί τών ηφαιστείων οί λάβες Θά’ ρθει μέρα, μ’ ακούς Νά μάς θάψουν 

κι οί χιλιάδες ύστερα χρόνοι Λαμπερά θά μάς κάνουν πετρώματα, μ’ ακούς 

Νά γυαλίσει επάνω τούς η απονιά, μ’ ακούς Τών ανθρώπων

 Καί χιλιάδες κομμάτια νά μάς ρίξει Στά νερά ένα-- ένα, μ’ ακούς 


Τά πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ’ ακούς 

Κι είναι ο χρόνος μιά μεγάλη εκκλησία, μ’ ακούς 

Όπου κάποτε οί φιγούρες Τών Αγίων βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ’ ακούς 

Οί καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ’ ακούς Ένα πέρασμα βαθύ νά περάσω

 

Περιμένουν οί άγγελοι μέ κεριά καί νεκρώσιμους ψαλμούς 

Πουθενά δέν πάω, μ’ ακους Ή κανείς ή κι οί δύο μαζί, μ’ ακούς 

Τό λουλούδι αυτό τής καταιγίδας καί μ’ ακούς Τής αγάπης Μιά γιά πάντα τό κόψαμε 

Καί δέν γίνεται ν’ανθίσει αλλιώς, μ’ ακούς Σ’ άλλη γή, σ’ άλλο αστέρι, μ’ ακούς

 Δέν υπάρχει τό χώμα δέν υπάρχει ο αέρας Πού αγγίξαμε, ο ίδιος, μ’ ακούς 

Καί κανείς κηπουρός δέν ευτύχησε σ’ άλλους καιρούς 

Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες, μ’ ακούς Νά τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ’ακούς

 Μές στή μέση τής θάλασσας 

Από τό θέλημα μόνο τής αγάπης, μ’ακούς Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ’ακούς 

Μέ σπηλιές καί μέ κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς Άκου, άκου Ποιός μιλεί στά νερά καί ποιός κλαίει -- ακούς; 

Είμ’ εγώ πού φωνάζω κι είμ’ εγώ πού κλαίω, μ’ ακούς 

Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς.




2 σχόλια: