Για την ποιήτρια.
Η Ελένη Καρασαββίδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1972 και είναι ειδική γραμματέας της Εταιρείας Συγγραφέων Βορείου Ελλάδος.Σπούδασε παιδαγωγική και κατόπιν ΜΜΕ στο ΑΠΘ. Επίσης, με υποτροφία του Παν/μίου του Nottingham "Cultural Studies" (Ma) και Γλωσσική Πολιτισμική Παιδεία (μεταπτυχιακό) στην Παιδαγωγική Σχολή του ΑΠΘ.
Τιμήθηκε με υποτροφία επίδοσης
από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών κι έχει συμμετοχή σε ελληνικά και διεθνή
συνέδρια. Αρκετά άρθρα της δημοσιεύτηκαν σε επιστημονικά κι έγκυρα λογοτεχνικά
περιοδικά κι εφημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι μέλος διάφορων
κοινωνικών και πολιτιστικών φορέων, (όπως στο Δ.Σ. του Διεθνούς Δικτύου για τα
Δικαιώματα του Παιδιού στην Πόλη CRIN,υπό την αιγίδα της UNICEF, του
International Cultural Research Network, του Παρατηρητηρίου Διεθνών Οργανισμών
και Παγκοσμιοποίησης, έχει χρηματίσει στο ΔΣ του Συνδέσμου Byron για
ονΠολιτισμόκαι τον Φιλελληνισμό κ.ά.) περιλαμβάνεται στο διεθνές επίσημο Who is
Who ενώ συμμετέχει έμπρακτα σε πολιτικούς φορείς διεθνώς και σε κοινωνικά
κινήματα. Έχει διοργανώσει πολιτιστικές εκδηλώσεις, έχει ιδρύσει την "Art
Attack", έχει αποσπάσει τιμητικές διακρίσεις από φορείς και διαγωνισμούς
στην Ελλάδα και στην Γερμανία, ενώ έχει εκδώσει λογοτεχνικά και βιβλία
δοκιμιακού περιεχομένου. Έχει βραβευτεί στον διαγωνισμό της
<<Ελευθεροτυπίας>> για πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς, ενώ
συμμετείχε στην ειδική έκδοση της ίδιας εφημερίδας (εκδόσεις Φυτράκη). Έχει
ανθολογηθεί και αρθρογραφεί στον ημερήσιο τύπο. Το 2000 πραγματοποιήθηκε για το
έργο της τιμητική εκδήλωση στην Αθήνα από την ΕΠΟΣ υπό την αιγίδα και χορηγία
του Υπουργείου Πολιτισμού, ενώ τιμήθηκε με μετάλλιο από την UNESCO στον Πειραιά
το 2003 και με βραβείο από τον Κούρο Ευρωπού το 2007. Είναι διδάκτορας στο
ΤΕΠΑΕ του ΑΠΘ και περιστασιακή επιστημονική συνεργάτης στο Μεταπτυχιακό του.
Αρθρογραφεί στην Τηλεόραση Χωρίς Σύνορα, στην Ελεύθερη Ζώνη, στην Αυγή,
παλαιότερα στην Εποχή και στην Θεσσαλονίκη.Ανήκει στην ποιητική γενιά
του '2000.
ΕΛΕΝΗ ΚΑΡΑΣΑΒΒΙΔΟΥ
"ΚΛΕΨΥΔΡΑ"
Απόπειρες Ποιητικής Γραφής
«Τα τραγούδια του δρόμου»
Εμείς που τραγουδούσαμε
σαν πείσμα στη δική μας εποχή
τραγούδια μιας άλλης που έφευγε
«μην κουραστείς να μ’ αγαπάς».
Εμείς που καρτερούσαμε
την αυγή του κόσμου σ’ εσοχή
που τα όνειρά μας θα έφεγγε
«ώρα κακή, εφιαλτική» τώρα, πονάς
κι αναρωτιέσαι αν έχεις
«καρδιά να κάνεις πέτρα».
«Το τρένο έφυγε πριν χρόνια στις 8» - αντέχεις;-
Αν έχεις κάποια να φωτίσουν φέρτα,
γιατί για μας «νύχτωσε νωρίς».
Και το μόνο που έμεινε και μένει
είναι ο χτύπος της καρδιάς χωρίς
ανταλλαγές να περιμένει.
ΕΡΩΤΑΣ
«Απουσία»
ή το «ανεκπλήρωτο»
Το χάδι σταλάζει
μονάχα
από τις άκριες
των χειλιών που δεν φιλήθηκαν ποτέ,
βαριά σταγόνα, φιλήδονη,
που χαράζει μ’ ένα δάκρυ
που δεν κύλησε
-τελεσίδικα-
το δέρμα που φιλά μονίμως
κάποιος άλλος.
κάθε χθεσινή νυχτιά,
-απούσα πια-
που φυλάκισε μέσα της
όλες τις παρουσίες.
«Άπειρο»
Μέθυσα από τη στρογγυλάδα
των χειλιών
μικρή σταγόνα ευδαιμονίας
που έψαχνε με θρασύτητα
το δρόμο της στο άπειρο
των σχισμών σου.
Δροσοσταλίδα
που γυρίζει όλον τον κόσμο και όλον τον καιρό
-Ακυρώνοντας τα σύννεφα
των
χθεσινών
των τωρινών
και των μελλούμενων-
πάνω στις γραμμές του χεριού σου.
«Άτιτλο»
Απόψε δεν αμάρτησα
Ενώθηκα με το κορμί σου.
«Το Φιλί»
Πάνω σε μια ιδέα του Θ.
Κ
Υπάρχει ένα φιλί που δεν ταξίδεψε μαζί σου
που δε σε συνόδεψε στα όνειρά σου
που δεν ξαπόστασε στην αγκαλιά σου
Υπάρχει ένα φιλί που δεν χάιδεψε τα
μαλλιά σου
που δεν έγλειψε τ’ ακροδάχτυλά
σου
που δεν φώλιασε στον λαιμό
σου
που δεν ενώθηκε με το σώμα
σου
Μονάχα κάτι νύχτες
γίνεται αγέρας μακρινός
κι έρχεται να σε βρει
απ’ την αρμύρα του λιμανιού
κι ανασαίνει λεπτό
το λεπτό
πάνω από τα
κλεισμένα σου βλέφαρα
όταν ξυπνάς
«δίχως λόγο».
«Τα παιδικά μας χρόνια»
«Η μνήμη, όπου και να την αγγίξεις, πονεί»
Ξεπλένουν
οι ψιχάλες της βροχής
τα
παιδικά μας χρόνια
τα
χρόνια που το όνειρο της γης
το
σκάλιζαν οι στάλες της βροχής
στα
μαρμαρένια αλώνια.
Μικροί
πλανήτες κι αργυραμοιβοί
τριγύρναγαν
να κλέψουν τ’ όνειρό μας
μαντατοφόροι
σ’ όνειρο βαθύ
που
το σκορπίσαν οι αγέρηδες στη γη-
σπονδή
στον παιδικό εαυτό μας.
Πυξίδες
και σινιάλα μυστικά,
καράβια
που αγάπησαν τα βάθη
με
τα σκοινιά τους πάντα στην ξηρά
και
την σταγόνα από την ματιά
κρυμμένη
στο κοχύλι και τ’ αγκάθι.
Σημαίες
που πεθάναμε γι’ αυτές
πριν
να αλλάξουν χρώμα
και
μια κραυγή που στοίχειωνε σαν χθες
ήττες
που ήταν πια προσωπικές
και
μας πονούν ακόμα.
«Η Πατρίδα»
«Τόσα ταξίδια κάναμε και
είμαστε ακόμα στον ίδιο τόπο.
Πότε επιτέλους θα φτάσουμε
σπίτι μας;»
Θυμάσαι Ελένη κάποι’ άλλα
χρόνια
Στη Σαλονίκη και στην Ομόνοια
π’ αναζητούσες μία πατρίδα
μες στο χειμώνα, στην
καταιγίδα;
Μ’ ένα βιβλίο κάτω απ’ το
στρώμα
ένα πινέλο με λίγο χρώμα,
τώρα νερό, στάχτη και νέφτης
κι ένας κενός, ξένος
καθρέφτης.
Θυμάσαι Ελένη κάποι’ άλλα χρόνια
στη Σαλονίκη και στην Ομόνοια
που αισθανόσουν το πέταγμά
σου
και με κομμένα τα βήματά σου.
στην ερημιά σου καθώς
κοιμάσαι
και ένας μύθος για μια
πατρίδα
χλωμιάζει πάντα σαν
ηλιαχτίδα.
Και όμως πάλι, στο
προσκεφάλι,
ένα βιβλίο στη μοναξιά σου,
γιατί το ξέρει η αρχοντιά σου
μ ό ν η π α τ ρ ί δ α
ε ί ν’ τ α γ ρ α π τ ά σ ο υ.
Επιλογές από:
«ΛΕΥΚΑ ΑΛΟΓΑ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ»
Ποιήματα της εφηβείας 12-18
ετών.
«Καμιά φορά…»
Καμιά φορά δεν έχεις έμπνευση
να γράψεις ένα ποίημα
Δεν έχεις έμπνευση να
περιγράψεις
ένα συναίσθημα
να πεις αντίο σ’ ένα φίλο
ή ν’ ασπασθείς του δειλινού
τη θλίψη…
Δεν έχεις έμπνευση να
περιγράψεις
του Θόλου το παιχνίδισμα,
των άσπρων χεριών την άγνοια
το μαργαριτάρι στο μάτι του
αετού
και την μικρή κηλίδα από
αίμα…
βαθιά μέσα στα πούπουλα του
περιστεριού…
«Οι αληθινά εκλεκτοί»
Οι αληθινά εκλεκτοί
φορείς αόρατων κραυγών
που τραμπαλίζονται στο άπειρο
Και κατακερματίζονται
Σ επαναλήψεις,
σ’ αποστάσεις,
σε μεταθέσεις,
σε συμβιβασμούς
έχοντας χάσει
όλα τους τα δόντια
προσπαθούν να δαγκάσουν
με τα μάτια στο μέλλον.
«Τελικά, ό,τι άξιζε από την επανάσταση…ήταν ο
σουρεαλισμός της…»
( Γαλλικός
Μάης)
Σήκωσε τα μάτια στον ουρανό
για να δει τις λίμνες του
πέλαγου
κι έκανε τα χέρια του πουλιά
μα πάλι ξαναγύρισε
καθώς ένα φεγγάρι αλυσοδεμένο
του χάιδευε στοργικά τα
μάτια.
Ένα πουλί έσκουξε κι όρμησε
στη θάλασσα…
δίχως γιατί, έτσι σαν μια
απορία δίχως ήχο…
και συνέχεια…
Έκανε να τρέξει, μα τα πόδια
του
μάτωσαν στα βότσαλα
κι ύστερα κυλίστηκε πάνω τους
ακούγοντας γεμάτος ευδαιμονία
το τραγούδι των γλάρων
μέσα απ’ τα χαμογελαστά μάτια
των ευνουχισμένων ποιητών.
Σηκώθηκε αργά, για να βαδίσει
στο σκοινί της βάρκας του
και πάλι…
Μόλις ξανοίχτηκε, ξανασήκωσε
τα μάτια στον ουρανό…
Μα είχε σκοτεινιά και δεν
μπορούσε
να δει τίποτα…
Άφησε τους ώμους του να
περιπλανηθούν στο θόλο για
λίγο…
κι ύστερα πέταξε από πάνω
του,
σαν σμάρι πουλιά, τις μικρές
χρυσές
σταγόνες,
το στόμα του έγλειψε τον
ήλιο·
και το κορμί του,
έτσι ανέμελα
το βύθισε στη θάλασσα
όπως ένα βλέμμα πέφτει σ’ ένα
παράθυρο.
«Σ’ είδα και χθες» (Απουσία)
Σ’ είδα και χθες…
ήρθες και χθες…
κι ήταν παράξενο αλήθεια…
εσύ δεν ήσουν κι όμως
ήταν εκεί όλα αυτά που
σ’ αποτελούσαν κάποτε…
Λες και καθόσουν
στην κορυφή της θάλασσας
χορεύοντας πάνω στο κύμα
κι ένας τεράστιος καθρέφτης
μού ’γνεφε γεια!
Και μού ’γνεφες: Αντίο!
Κι ήταν παράξενο αλήθεια…
περπατώντας στη θύελλα…
τα μαλλιά σου είχαν ένα…
πυρρό χρώμα, και τα μάτια…
ωκεανός π’ αγρίεψε…
Και μες στα μάτια η απόγνωση,
Και μες τα μάτια η ευτυχία,
Και μες τα μάτια, δηλωτικό
της…
παρουσίας σου σαν στάμπα
ανείπωτη
η
Απουσία.
Επιλογές από ΚΙΛΧΗ
Ποιήματα από τα 28-24
«Ελλάδα»
Η Ελλάδα, είπε, είναι δύο
πλατανόφυλλα,
ένα κομμάτι θάλασσα
ανάμεσό τους
κι ένα καράβι που
φεύγει.
Γύρισε και κοίταξε κατά κει.
«Τώρα δεν υπάρχει καράβι», της
είπε.
Χαμογέλασε·
Είπε μονάχα: «Θα ’ρθει…»
πάντα ένα καράβι που φεύγει.
Η Ελλάδα.
«Ζωή»
Σα νερό κρυστάλλινο
τα χέρια που μας χάιδεψαν
στα μάτια.
Ελιές και πλατονόφυλλα
κι ένα κομμάτι φως.
Ζωή και θάνατος πιασμένα
χέρι – χέρι
να πλέουνε συντροφιαστά
μέσα στη μάνητά τους
σ’ εκείνη τη μαγική
Ελληνική λέξη.
«Τ’ αρχιπέλαγος…»
«Μοσκώφ»
Χρόνια οι άνθρωποι
αγωνίζονται
παράγουν βιβλία,
τραγουδούν
αθλούνται,
ασχημονούν
Εγώ τη μόνη
μορφή αθανασίας που ξέρω
είναι να χαράζεις τ’ ονομά
σου
σ’ ένα βράχο του Αιγαίου.
ΙΔΕΟΔΡΟΜΙΟ
Σκόρπια ποιήματα
από τα 24 – 30
«Άνθρωπος»
Τόσες σταγόνες θάλασσας
και ένα καραβάκι
πως γίνεται και χώρεσαν
σ’ ένα μικρό χεράκι.
«Ο Μύθος και το τίμημα»
Τις ώρες εκείνες
που οι λέξεις αποχωρούν δίχως
ίχνη
η μοίρα του κόσμου
φτιάχνεται από την αρχή
ζυγίζοντας το κενό
απένταντι από την Ιστορία
Τις ώρες εκείνες
που οι πράξεις διαγράφονται
δίχως τύψεις
η ιστορία του ανθρώπου
μοιράζεται από την αρχή
ζυγίζοντας την ύπαρξη
απέναντι από την απουσία.
Και σ’ όλα τούτα μιαν Αλήθεια.
Να φτιάχνεις το Μύθο,
Να επιλέγεις το Τίμημα.
«Διαδρομή»
Πριν λίγο
μια στάλα ζωής ξέφυγε απ’ το
ποτήρι
κι έκατσε στα χείλη - μου.
Μου διηγήθηκε ταξίδια σ’ όλη
τη γη,
πατρίδα πολύχρωμη
που γύριζε από τη μια
άκρη
των χειλιών μου
ως την άλλη.
Τί θεία κωμωδία!
Το Δάκρυ μας!
Η απαντοχή μας.
Μια στάλα ζωής.
Πριν το απέραντο Τίποτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου