because music needs the words to travel.
Because the words, need music to be heard.
"Η ελεύθερη ψυχή είναι σπάνια, αλλά όταν τη συναντήσεις την αναγνωρίζεις. Κι αυτό, γιατί αισθάνεται όμορφα, πολύ όμορφα όταν είσαι κοντά της ή μαζί της"
12 φεγγάρια του μικρού αυτού βιβλίου που προέκυψε από την παράσταση που παρουσίασε το θέατρο τσέπης κάπου εκεί το 2003.... Τα κείμενα της παράστασης αυτής τοποθετούνται χρονικά από τον 11ο αιώνα έως τις μέρες μας, πέντε από αυτά είναι ελληνικής καταγωγής όπως ήδη έχουν προβληθεί κι εδώ μέσα. Αντιπροσωπεύτηκαν χώρες όπως η Ιαπωνία, η Ισλανδία, και η Γεωργία, ενώ ποιήματα από την Ιταλική Αναγέννηση, την Beat Genaration και το Παρίσι του Μάη έδωσαν σημαντικό παρόν σε κείνη τη βραδιά.
Εμείς που δεν είχαμε την τύχη να την απολαύσουμε ως παράσταση, έχουμε τουλάχιστον αυτά τα ποιήματα τώρα κι εσείς, που διαβάζοντάς τα ταξιδεύουμε στις χώρες της αναφοράς τους και τις ιστορίες των ηρώων τους. Θα μου λείψει αυτό το δίχρονο (με τις διακοπές) ταξίδι στα δώδεκα φεγγάρια των αφιερωμάτων. Τα ποιήματα ένα κι ένα ήταν μια λύση και μια καταφυγή στην αναζήτηση των εμπνευμένων θεμάτων. Την επιμέλεια τους είχε κάνει ο Θράσος Καμινάκης, εκπρόσωπος στην Ελλάδα του Θεάτρου τσέπης και ιδρυτής του πολυχώρου σεμιναρίων τέχνης, "Μικρό Πολυτεχνείο". Ποιητής και ο ίδιος έπαιξε το ρόλο του σε μεγάλο βαθμό στην τελική μορφή των κειμένων, και ενδεχομένως και στην αρχική...Και το λέω αυτό γιατί παρά το γεγονός ότι δίπλα από τα περισσότερα ποιήματα υπάρχει το όνομα του δημιουργού, καθώς και η χρονολογία της δημιουργίας του, στους συντελεστές της παράστασης αναγράφεται ο Θράσος Καμινάκης ως σκηνοθέτης, και ως δημιουργός των κειμένων. Αξίζει όχι μόνο εξαιτίας του βιβλίου αυτού, αλλά και για την αδιάλειπτη ποιητική παρουσία του στο ίντερνετ, να αφιερώσω και στον ίδιο κάποια στιγμή, (σύντομα ελπίζω), μια ανάρτηση με αντιπροσωπευτικά δείγματα από όλη τη γκάμα των ποιητικών του επιδόσεων.
Ξέρω πως ο ένας μετράει περισσότερο από τους χίλιους, ναι το ξέρω καλά, μα για σένα Ελένη Καρασαββίδου υπάρχουν άνθρωποι που δεν θα κουραστούν ποτέ να σ' αγαπούν. Γιατί τα έδωσες όλα σ' αυτούς κι όχι μόνο μέσα από τη γραφή σου. Και τούτη εδώ η άλλη Ελένη δεν έχει κουραστεί να σ' αγαπά παρά τα χρόνια που πέρασαν μέσα στην άγνοια για το που βρίσκεσαι και τι κάνεις. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη μας συνάντηση εκεί στα γραφεία της ΕΠΟΣ, να μην ξέρω, να μην έχω γνωρίσει ακόμα πόση μελάνι-αίμα έχεις χύσει πάνω στα χαρτιά, πόσο βαθιά και ειλικρινής είναι η γραφή σου και ως εκ τούτου πόσο μεγάλη ήταν η τιμή που μου έκανες με αυτή τη θερμή υποδοχή. Και πέρασαν τα χρόνια και χαθήκαμε για τα καλά και ήρθαν αυτά εδώ τα αφιερώματα που έγιναν αφορμή να κατεβάσω από τα ράφια βιβλία και να πέσει το μάτι μου πάνω στην κλεψύδρα. Θυμήθηκα την πρώτη φορά που το διάβασα το βιβλίο σου αυτό, είχα συγκινηθεί βαθιά και ήθελα να στο πω, αλλά είχες ήδη επιστρέψει Θεσσαλονίκη και ποιος ξέρει ακόμα σε ποια γωνιά του κόσμου είχες τρέξει για να προσφέρεις τον εαυτό σου στις πανανθρώπινες ιδέες. Να λοιπόν η ευκαιρία για να σου πω το ευχαριστώ μου για τότε, αλλά και για τώρα και για κάθε φορά που θα θέλω να διαβάσω ποίηση γυμνή, ματωμένη και γεμάτη από τους λόγους που την καθιστούν απαραίτητη και συχνά σωτήρια. Όχι, δεν θα κουραστώ ποτέ να σ' αγαπώ.
Για την ποιήτρια.
Η Ελένη
Καρασαββίδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1972 και είναι ειδική
γραμματέας της Εταιρείας Συγγραφέων Βορείου Ελλάδος.Σπούδασε παιδαγωγική και
κατόπιν ΜΜΕ στο ΑΠΘ. Επίσης, με υποτροφία του Παν/μίου του Nottingham
"Cultural Studies" (Ma) και Γλωσσική Πολιτισμική Παιδεία
(μεταπτυχιακό) στην Παιδαγωγική Σχολή του ΑΠΘ.
Τιμήθηκε με υποτροφία επίδοσης
από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών κι έχει συμμετοχή σε ελληνικά και διεθνή
συνέδρια. Αρκετά άρθρα της δημοσιεύτηκαν σε επιστημονικά κι έγκυρα λογοτεχνικά
περιοδικά κι εφημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι μέλος διάφορων
κοινωνικών και πολιτιστικών φορέων, (όπως στο Δ.Σ. του Διεθνούς Δικτύου για τα
Δικαιώματα του Παιδιού στην Πόλη CRIN,υπό την αιγίδα της UNICEF, του
International Cultural Research Network, του Παρατηρητηρίου Διεθνών Οργανισμών
και Παγκοσμιοποίησης, έχει χρηματίσει στο ΔΣ του Συνδέσμου Byron για
ονΠολιτισμόκαι τον Φιλελληνισμό κ.ά.) περιλαμβάνεται στο διεθνές επίσημο Who is
Who ενώ συμμετέχει έμπρακτα σε πολιτικούς φορείς διεθνώς και σε κοινωνικά
κινήματα. Έχει διοργανώσει πολιτιστικές εκδηλώσεις, έχει ιδρύσει την "Art
Attack", έχει αποσπάσει τιμητικές διακρίσεις από φορείς και διαγωνισμούς
στην Ελλάδα και στην Γερμανία, ενώ έχει εκδώσει λογοτεχνικά και βιβλία
δοκιμιακού περιεχομένου. Έχει βραβευτεί στον διαγωνισμό της
<<Ελευθεροτυπίας>> για πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς, ενώ
συμμετείχε στην ειδική έκδοση της ίδιας εφημερίδας (εκδόσεις Φυτράκη). Έχει
ανθολογηθεί και αρθρογραφεί στον ημερήσιο τύπο. Το 2000 πραγματοποιήθηκε για το
έργο της τιμητική εκδήλωση στην Αθήνα από την ΕΠΟΣ υπό την αιγίδα και χορηγία
του Υπουργείου Πολιτισμού, ενώ τιμήθηκε με μετάλλιο από την UNESCO στον Πειραιά
το 2003 και με βραβείο από τον Κούρο Ευρωπού το 2007. Είναι διδάκτορας στο
ΤΕΠΑΕ του ΑΠΘ και περιστασιακή επιστημονική συνεργάτης στο Μεταπτυχιακό του.
Αρθρογραφεί στην Τηλεόραση Χωρίς Σύνορα, στην Ελεύθερη Ζώνη, στην Αυγή,
παλαιότερα στην Εποχή και στην Θεσσαλονίκη.Ανήκει στην ποιητική γενιά
του '2000.
ΕΛΕΝΗ ΚΑΡΑΣΑΒΒΙΔΟΥ
"ΚΛΕΨΥΔΡΑ"
Απόπειρες Ποιητικής Γραφής
«Τα τραγούδια του δρόμου»
Εμείς που τραγουδούσαμε
σαν πείσμα στη δική μας εποχή
τραγούδια μιας άλλης που έφευγε
«μην κουραστείς να μ’ αγαπάς».
Εμείς που καρτερούσαμε
την αυγή του κόσμου σ’ εσοχή
που τα όνειρά μας θα έφεγγε
«ώρα κακή, εφιαλτική» τώρα, πονάς
κι αναρωτιέσαι αν έχεις
«καρδιά να κάνεις πέτρα».
«Το τρένο έφυγε πριν χρόνια στις 8» - αντέχεις;-
Αν έχεις κάποια να φωτίσουν φέρτα,
γιατί για μας «νύχτωσε νωρίς».
Και το μόνο που έμεινε και μένει
είναι ο χτύπος της καρδιάς χωρίς
ανταλλαγές να περιμένει.
ΕΡΩΤΑΣ
«Απουσία»
ή το «ανεκπλήρωτο»
Το χάδι σταλάζει
μονάχα
από τις άκριες
των χειλιών που δεν φιλήθηκαν ποτέ,
βαριά σταγόνα, φιλήδονη,
που χαράζει μ’ ένα δάκρυ
που δεν κύλησε
-τελεσίδικα-
το δέρμα που φιλά μονίμως
κάποιος άλλος.
Ξεφεύγει με μιαν ανάσα
κάθε χθεσινή νυχτιά,
-απούσα πια-
που φυλάκισε μέσα της
όλες τις παρουσίες.
«Άπειρο»
Μέθυσα από τη στρογγυλάδα
των χειλιών
μικρή σταγόνα ευδαιμονίας
που έψαχνε με θρασύτητα
το δρόμο της στο άπειρο
των σχισμών σου.
Δροσοσταλίδα
που γυρίζει όλον τον κόσμο και όλον τον καιρό
-Ακυρώνοντας τα σύννεφα
των
χθεσινών
των τωρινών
και των μελλούμενων-
πάνω στις γραμμές του χεριού σου.
«Άτιτλο»
Απόψε δεν αμάρτησα
Ενώθηκα με το κορμί σου.
«Το Φιλί»
Πάνω σε μια ιδέα του Θ.
Κ
Υπάρχει ένα φιλί που δεν ταξίδεψε μαζί σου
που δε σε συνόδεψε στα όνειρά σου
που δεν ξαπόστασε στην αγκαλιά σου
Υπάρχει ένα φιλί που δεν χάιδεψε τα
μαλλιά σου
που δεν έγλειψε τ’ ακροδάχτυλά
σου
που δεν φώλιασε στον λαιμό
σου
που δεν ενώθηκε με το σώμα
σου
Μονάχα κάτι νύχτες
γίνεται αγέρας μακρινός
κι έρχεται να σε βρει
απ’ την αρμύρα του λιμανιού
κι ανασαίνει λεπτό
το λεπτό
πάνω από τα
κλεισμένα σου βλέφαρα
όταν ξυπνάς
«δίχως λόγο».
«Τα παιδικά μας χρόνια»
«Η μνήμη, όπου και να την αγγίξεις, πονεί»
Ξεπλένουν
οι ψιχάλες της βροχής
τα
παιδικά μας χρόνια
τα
χρόνια που το όνειρο της γης
το
σκάλιζαν οι στάλες της βροχής
στα
μαρμαρένια αλώνια.
Μικροί
πλανήτες κι αργυραμοιβοί
τριγύρναγαν
να κλέψουν τ’ όνειρό μας
μαντατοφόροι
σ’ όνειρο βαθύ
που
το σκορπίσαν οι αγέρηδες στη γη-
σπονδή
στον παιδικό εαυτό μας.
Πυξίδες
και σινιάλα μυστικά,
καράβια
που αγάπησαν τα βάθη
με
τα σκοινιά τους πάντα στην ξηρά
και
την σταγόνα από την ματιά
κρυμμένη
στο κοχύλι και τ’ αγκάθι.
Σημαίες
που πεθάναμε γι’ αυτές
πριν
να αλλάξουν χρώμα
και
μια κραυγή που στοίχειωνε σαν χθες
ήττες
που ήταν πια προσωπικές
και
μας πονούν ακόμα.
«Η Πατρίδα»
«Τόσα ταξίδια κάναμε και
είμαστε ακόμα στον ίδιο τόπο.
Πότε επιτέλους θα φτάσουμε
σπίτι μας;»
Θυμάσαι Ελένη κάποι’ άλλα
χρόνια
Στη Σαλονίκη και στην Ομόνοια
π’ αναζητούσες μία πατρίδα
μες στο χειμώνα, στην
καταιγίδα;
Μ’ ένα βιβλίο κάτω απ’ το
στρώμα
ένα πινέλο με λίγο χρώμα,
τώρα νερό, στάχτη και νέφτης
κι ένας κενός, ξένος
καθρέφτης.
Θυμάσαι Ελένη κάποι’ άλλα χρόνια
στη Σαλονίκη και στην Ομόνοια
που αισθανόσουν το πέταγμά
σου
και με κομμένα τα βήματά σου.
Τώρα λιμνάζεις, τώρα φοβάσαι,
στην ερημιά σου καθώς
κοιμάσαι
και ένας μύθος για μια
πατρίδα
χλωμιάζει πάντα σαν
ηλιαχτίδα.
Και όμως πάλι, στο
προσκεφάλι,
ένα βιβλίο στη μοναξιά σου,
γιατί το ξέρει η αρχοντιά σου
μ ό ν ηπ α τ ρ ί δ αε ί ν’τ αγ ρ α π τ ά σ ο υ.
Επιλογές από:
«ΛΕΥΚΑ ΑΛΟΓΑ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ»
Ποιήματα της εφηβείας 12-18
ετών.
«Καμιά φορά…»
Καμιά φορά δεν έχεις έμπνευση
να γράψεις ένα ποίημα
Δεν έχεις έμπνευση να
περιγράψεις
ένα συναίσθημα
να πεις αντίο σ’ ένα φίλο
ή ν’ ασπασθείς του δειλινού
τη θλίψη…
Δεν έχεις έμπνευση να
περιγράψεις
του Θόλου το παιχνίδισμα,
των άσπρων χεριών την άγνοια
το μαργαριτάρι στο μάτι του
αετού
και την μικρή κηλίδα από
αίμα…
βαθιά μέσα στα πούπουλα του
περιστεριού…
«Οι αληθινά εκλεκτοί»
Οι αληθινά εκλεκτοί
φορείς αόρατων κραυγών
που τραμπαλίζονται στο άπειρο
Και κατακερματίζονται
Σ επαναλήψεις,
σ’ αποστάσεις,
σε μεταθέσεις,
σε συμβιβασμούς
έχοντας χάσει
όλα τους τα δόντια
προσπαθούν να δαγκάσουν
με τα μάτια στο μέλλον.
«Εικόνα» (μια απορία δίχως
ήχο και συνέχεια)
«Τελικά, ό,τι άξιζε από την επανάσταση…ήταν ο
σουρεαλισμός της…»
Τα χαράματα έφυγε από τη ζωή η ποιήτρια Μάχη Μουζάκη
Από τις σημαντικότερες εκπροσώπους της αντιστασιακής ποίησης,
Η Μάχη Μουζάκη γεννήθηκε στη Ζάκυνθο από αγροτική οικογένεια.
Κατοικεί: Αθήνα, Ζάκυνθο, Νέα Υόρκη. Όταν τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές της, παρακολούθησε τρία χρόνια μαθήματα στη Φιλοσοφική Αθηνών. Άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα της το 1950 σε Αθηναϊκές εφημερίδες, όπως: "Βραδυνή", "Μάχη", "Φρουροί της Ειρήνης" και στη Ζάκυνθο στις εφημερίδες "Αλήθεια και Πρόοδος", "Ζακυνθινή Ενημέρωση", "Ημέρα της Ζάκυθος" και "Ερμής". Το 1953 εκδίδει ένα μικρό φυλλάδιο με τίτλο "Η Ζάκυνθος μέσα στις φλόγες" και το 1954 το πρώτο ποιητικό της βιβλίο "Μια ζωή τραγουδάει". Έως τώρα έχει εκδώσει σαράντα δύο ποιητικά βιβλία, έξι τόμους αναδρομικά, τέσσερα βιβλία πεζά, δύο ανθολογίες, τρεις μεταφράσεις και παραμύθια. Πιο αναλυτικά έχουν εκδοθεί τα ακόλουθα:
https://biblionet.gr
Στην ‘αντιστασιακή ποίηση’ καθίσταται εμφανής η χρήση του μοτίβου ‘τυραννία’ (ας θυμηθούμε τα ‘Τραγούδια του Αγώνα’ του Μίκη Θεοδωράκη)[11] αναφορικά με την περιγραφή του στρατιωτικού καθεστώτος, συναρθρώνονται ο θάνατος με τον θρήνο περί θανάτου που εκλαμβάνει τα χαρακτηριστικά της «πληροφοριοδοτικής ικανότητας»[12] για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο της Ματούλας Κουρουπού και της Ευαγγελίας Μπαλτά, με τον θρήνο (και τον πόνο) να ‘πληροφορούν’ ουσιωδώς για ό,τι επι-τελείται. Χαρακτηριστικό ως προς αυτό το ποιητικό υπόδειγμα είναι η ποίηση της Μάχης Μουζάκη, που προσθέτει: «που κρύψαν το κελάρυσμα που πήγαν τις λαφίνες; Ποιος κλαίει τον κόρφο που του στέρεψαν το γάλα; Ας με οδηγήσει ο πόνος να βρω που τα πήγαν. Εμείς δεν είμαστε μανάδες. Ερχόμαστε απ’ την πίκρα των αιώνων. Η μάνα, από το γένος των Θεών».[13]
Η στρατιωτική δικτατορία βιώνεται ως «ενσώματος γεγονός»[14] κατά την διαπίστωση της Cole, ‘ενσαρκώνει’ τον θάνατο που σπεύδει να θέσει στο στόχαστρο την νεότητα, εκεί όπου η ποιητική φόρμα αντλεί από την οιονεί αισθητική και τις φόρμουλες του δημοτικού τραγουδιού («που κρύψαν το κελάρυσμα που πήγαν τις λαφίνες;»),[15] για να εκφράσει μία κατάσταση όσο και για να επανεπινοήσει την μορφή της ‘μάνας’ που δεν καταφθάνει από μία ‘πατρίδα’, από την ‘πίκρα των αιώνων.’[16]
Εναλλάσσοντας τον λυρισμό με τον δυναμισμό της έκφρασης, τροφοδοτούμενα από τις αυταρχικές πρακτικές και από τα πολιτικά-ιδεολογικά διακυβεύματα της δικτατορίας,[17] τα ποιήματα της συλλογής προσδιορίζουν το πρόταγμα μίας υπέρβασης που δεν ‘γνωρίζει σύνορα’ και πράττει με το ‘σώμα (Μάχη Μουζάκη).