ΑΜΟΡ ΦΑΤΙ
Περιπλανιέμαι στο κενό
σαν τη νιφάδα του χιονιού που στροβιλίζεται
στ' αγέρα τις θωπείες
Ένας σύγχρονος άνθρωπος
Ευνούχος εξ αγχιστείας
Αποκομμένος απ' τη θάλπη ενός πυρίσπορου θεού
Αν είχαν τα σπίτια τα παλιά φωνή
κι αυτός ο τόπος που έλαχε να σε κληρονομήσει
Μια κούφια ώρα, την ώρα της αφύπνισης
Θα εκμυστηρεύονταν
πως εκπορεύεται το φως το ανέσπερο
Θα ψιθύριζαν
πως χρωματίζουν οι ουράνιες μανιέρες
το ανέλπιστο, το θαύμα
Θα αναφλέγονταν
πάνω στον λευκό καμβά της απροσδιοριστίας
Κομμάτια από αστρόσκονη στα βάθη του αιώνα
Μια στάλα αγάπη
πλέρια ευγνωμοσύνη
μα πιότερο εμπιστοσύνη
στου κόσμου την απέθαντη ροή
Περιπλανιέμαι σαν το νερό
Απομακρύνομαι απ' αυτό που δεν είμαι πια
και πλησιάζω πιο κοντά σ' αυτό που δεν ξέρω ακόμα
Μεγάλος είναι ο κόσμος και δεν μπορώ να βρω το
στίγμα μου.
ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΝΕΓΓΥΣ
Μόλις η ανοχή διαρραγεί
Όμοια σε έκρηξη ηφαιστείου
Αδράχνει πρώτα η ορμή
να πάλλεται στα στήθια
Κατόπιν με το σύμφωνο το συριχτό
στις σάλπιγγες τρυπώνει
Φόβος ομού και αγερμός
Θεριεύει το γινάτι
Βρώμικες νότες το τραγούδι μας
Λάβα ξερνάει απ' τα κατάστιχα
Το αίμα ρέει πύρινο
Απλώνει παραπέτασμα στάχτες κι αποκαΐδια
Κι όλη η στέρφα αιτιότητα
Ραμμένη στα μανίκια
Ζόφος, αστάθμητη πετριά
Λαός και Κολωνάκι
Τι κι αν ματώσαμε στα μάτια μιας Ελένης;
Θανατικό και προσφυγιά τα ερείσματα του μύθου
Τι κι αν απλώσαμε τη λευτεριά στο κούτελο μιας
ιδέας;
Ακόμα κρατάει ο διχασμός
Λάθρα του άστρου επιτολή
Ανέλπιστα αριστεία
Κληρονομιά, του γένους καταπίστευμα
Η λύση σολομώντεια
Εκούσια συναρμογή στην τέχνη της ραστώνης
Μέρες κυνάδες πού 'ρχονται
Κάλλιο θεοί με το στανιό
Παρά ρακοσυλλέκτες
Μονάχοι μας στον πηγαιμό,
μα στο φευγιό μακρύτερα κι όλοι μαζί αντάμα!
ΣΥΝΟΨΙΣ
Το λες ζωή
αυτό το μόρφωμα υψικαμίνου, που
ρέει ακατάπαυστα
σαν μια συνάρτηση εγκεφαλικών αγκιστρώσεων,
ανάμεσα σε βαρυτικές καμπυλώσεις
στρεβλώνοντας κβαντικούς ενεστώτες,
το λες πάλι ταξίδι
αυτό το αρμένισμα ονειροπόλου, που
αιθεροβατεί απροσδιόριστα
σαν δελφικός χρησμός
ανάμεσα σε νηματοειδείς απολήξεις αντιφάσεων
εξευμενίζοντας συμπαντικές δονήσεις
Μαθές
το ιώδες του υακίνθου
διελκυστίνδα
αφηγημάτων και υπεραναλύσεων
στην εντροπία των καφενείων.
ΑΠΟΛΙΣ
Η πόλις εν κρυπτώ
Ο κώδικας προσαρμογής
σαν απαρέσκεια οξύνει τις προθέσεις
Η σύγκληση, ορχήστρα ασυγχρόνιστη,
σαν σύρσιμο του μαχαιριού στα μάρμαρα της λήθης
Και τι να κάνεις με τις τύψεις μέρες αλκυονίδες;
Άμα σκορπίσεις πιο γρήγορα
από τα όνειρα που βλέπουν στον ακάλυπτο
Κι όταν καμπυλώνουν οι άξονες των επιθυμιών
όπως τα σύννεφα περνούν και χάνονται
Τότε είναι που - ελαχίστοις αρκούμενος -
αναθαρρείς μπροστά στην έλλειψη πολικότητας των
κύκλων
Κι ο πόνος γίνεται σοφία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου